- τυπολατρία
- ηη υπερβολική προσκόλληση στους τύπους, η παραμέληση της ουσίας.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
τυπολατρία — η, Ν η ιδιότητα τού τυπολάτρη, η υπερβολική προσήλωση στους τύπους εις βάρος τής ουσίας. [ΕΤΥΜΟΛ. < τυπολάτρης. Ένας τ. τυπολατρεία (< τύπος + λατρεία) μαρτυρείται από το 1888 στον Εμμ. Ροΐδη] … Dictionary of Greek
τυπολατρικός — ή, ό, Ν [τυπολάτρης] αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στον τυπολάτρη ή στην τυπολατρία … Dictionary of Greek
Αλγκαζέλ ή Αλ Γκαζάλι — (Αμπού Χάμετ Μοχάμετ Αλ Γκαζάλι, Τους Νελ Κορασάν, Ιράν 1058 – 1111). Άραβας φιλόσοφος, θεολόγος και νομικός. Ο A.Γ. υπήρξε υπερασπιστής της μουσουλμανικής ορθοδοξίας εναντίον της επιρροής της ελληνικής φιλοσοφίας στον ισλαμικό χώρο και της… … Dictionary of Greek